Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
ΕΓΩ ΑΣΧΟΛΟΥΜΑΙ ΜΕ ΤΟ ΩΡΑΙΟΝ

ΠΟΙΗΜΑΤΑ
ΝΥΧΤΑ ΒΑΣΑΝΟΥ
Πότε, μάτια μου καημένα,
θὰ κλεισθῆτε στὴ σιγή,
νὰ χαρίσετε σ᾿ ἐμένα
ὕπνο, ἀνάπαψη πικρή;
Ἀφουγκράσου! πῶς τ᾿ ἀηδόνι
λούφαξε στὴν ἐρημιά.
Ἄκουσ᾿, ἄκουσε τὸν γκιώνη·
παύει νὰ μοιρολογᾷ...
Καὶ τ᾿ ἀστέρια, μαραμμένα
λουλουδάκια τοῦ Θεοῦ,
σβηόνται, πέφτουν ὁλονένα
ἀπ᾿ τὸν κάμπο τ᾿ οὐρανοῦ.
Καὶ τὸ πυροφάνι ἐχάθη,
ποὺ στὴν ἔρμη ἀκρογιαλιὰ
φέγγει τοῦ γιαλοῦ τὰ βάθη
κι ἀντιλάμπει στὴ στεριά.
Κ᾿ ἡ Λιαλιὼ ποὺ τ᾿ ἀγναντεύει
μὲ λαχτάρα, ἡ λυγερή,
σφάλησε τὸ τζάμι, φεύγει·
ἄχ! τί ὄνειρα θὰ ἰδῇ...
Μοναχὸς ἐγὼ ἀγρυπνάω,
νυχτερεύω μοναχός·
᾿λεημοσύνη σᾶς ζητάω,
νύχτα, δόλι᾿ ἀγάπη, φῶς!
Ναί, μά τὸ ἱερὸ σκοτάδι,
ναί, μά τ᾿ ἄστρο τῆς αὐγῆς,
οὔτε ὕπνος, γιὰ σημάδι,
στὴ γαλήνη αὐτὴ τῆς γῆς!...
Γίνε, νύχτα, συντροφιά μου,
στὴ βαθειά, ἄπειρη σιγή·
ἔλα μὲς στὴν ἀγκαλιά μου,
δός μου ἀνάπαψη πικρή.
(1903)